WordReference English-Greek Dictionary © 2025:
Κύριες μεταφράσεις |
stand in vi phrasal | (replace [sb] temporarily) | αντικαθιστώ/αναπληρώνω προσωρινά ρ μ |
| Linda is standing in while the usual secretary is ill. |
| Η Λίντα αναπληρώνει προσωρινά την κανονική γραμματέα για όσο είναι άρρωστη. |
stand in for [sb] vi phrasal + prep | (replace [sb] temporarily) | αντικαθιστώ ρ μ |
| | αντικαθιστώ κπ προσωρινά ρ μ + επίρ |
| Your teacher had an emergency so I will stand in for her for this class. |
| Στην καθηγήτριά σας προέκυψε κάτι έκτακτο. Γι' αυτό, λοιπόν, θα την αντικαταστήσω εγώ. |
stand in for [sth] vi phrasal + prep | (be a substitute for [sth]) | υποκαθιστώ ρ μ |
| | παίρνω τη θέση του περίφρ |
| | παίζω τον ρόλο του περίφρ |
| Trying to explain the accident to his friends in the bar, Gavin used the beer glass to stand in for the car and the mat to stand in for the pedestrian. |
| Στο μπαρ, ο Γκάβιν προσπάθησε να εξηγήσει στους φίλους του το ατύχημα. Χρησιμοποίησε, λοιπόν, το ποτήρι της μπίρας, για να υποκαταστήσει το αυτοκίνητο και το σουβέρ για να υποκαταστήσει τον πεζό. |
stand-in n | ([sb] who replaces [sb], substitute) | αντικαταστάτης, αντικαταστάτρια ουσ αρσ, ουσ θηλ |
| I'm glad our normal teacher is back; the stand-in wasn't very good. |
| Χαίρομαι που επέστρεψε η κανονική μας καθηγήτρια. Η αντικαταστάτριά της δεν ήταν πολύ καλή. |
WordReference English-Greek Dictionary © 2025: